- Μπρούκλιν
- (Brooklyn). Ονομασία δήμου και γέφυρας της Πόλης της Νέας Υόρκης. Βλ. λ. Νέα Υόρκη· Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Μάσλοου, Άμπρααμ Χάρολντ — (Abraham Harold Maslow, Νέα Υόρκη 1908 – Καλιφόρνια 1970). Αμερικανός ψυχολόγος. Φοίτησε στο Σίτι Κόλετζ της Νέας Υόρκης και στο πανεπιστήμιο του Γουισκόνσιν, όπου απέκτησε πτυχίο ψυχολογίας (1930), μεταπτυχιακό (1931) και διδακτορικό τίτλο… … Dictionary of Greek
Νέα Υόρκη — (New York). Πολιτεία (127.190 τ. χλμ., 19.011.378 κάτ. το 2001) των ΗΠΑ, στο διαμέρισμα του Μέσου Ατλαντικού. Είναι η πολυπληθέστερη αμερικανική μεγαλούπολη, καθώς επίσης και οικονομικό, ασφαλιστικό, βιομηχανικό, εμπορικό, τουριστικό, πολιτιστικό … Dictionary of Greek
γέφυρα — Τεχνικό έργο που εκτείνεται σε όλο το πλάτος ενός δρόμου, όταν διακόπτεται για ένα διάστημα η συνέχεια του αναχώματος, είτε εξαιτίας των εμποδίων που δεν είναι δυνατόν να εξαλειφθούν, όπως είναι για παράδειγμα τα υδάτινα ρεύματα, μία χαράδρα ή οι … Dictionary of Greek
Άλεν, Γούντι — (Woody Allen, Νέα Υόρκη 1935 –). Αμερικανός σκηνοθέτης, σεναριογράφος και ηθοποιός, εβραϊκής καταγωγής. Γεννήθηκε στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης το 1935 και το πραγματικό του όνομα είναι Άλεν Στιούαρτ Κόνιγκσμπεργκ (Allen Stewart Konigsberg).… … Dictionary of Greek
Γκέρσουιν, Τζορτζ — (George Gershwin, Μπρούκλιν, Νέα Υόρκη 1898 – Χόλιγουντ 1937). Αμερικανός μουσικοσυνθέτης. Γόνος εβραϊκής οικογένειας σλαβικής καταγωγής, ο Γ. πήρε τα πρώτα του μουσικά μαθήματα στο πιάνο. Σε ηλικία 16 ετών τον προσέλαβε ένας μουσικός οίκος της… … Dictionary of Greek
Γουέλμαν, Γουίλιαμ — (William Wellman, Μπρούκλιν, Μασαχουσέτη 1896 – Μπρέντγουντ, Λος Άντζελες 1975). Αμερικανός σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Μετά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο εργάστηκε στον κινηματογράφο και σκηνοθέτησε την πρώτη του ταινία το 1923. Το 1928 τιμήθηκε με … Dictionary of Greek
Γουίτμαν, Γουόλτ — (Walt Whitman, Γουέστ Χιλς, Λονγκ Άιλαντ 1819 – Νιου Τζέρσεϊ 1892). Αμερικανός ποιητής. Σε ηλικία δώδεκα ετών άρχισε να εργάζεται σε ένα μικρό τυπογραφείο και το 1846 ανέλαβε τη διεύθυνση της εφημερίδας Daily Eagle του Μπρούκλιν. Η δημοσιογραφική … Dictionary of Greek
Γουόρεν, Χάρι — (Harry Warren, Μπρούκλιν 1893 – 1981). Αμερικανός συνθέτης κινηματογραφικής μουσικής και τραγουδιών. Ξεκίνησε να παίζει κρουστά σε μία τζαζ ορχήστρα και στη διάρκεια της δεκαετίας του 1920 στράφηκε στον κινηματογράφο, συνεργαζόμενος με όλα τα… … Dictionary of Greek
Δουκάκης, Μάικλ Στάνλεϊ — (Michael Stanley Dukakis, Μπρούκλιν, Μασαχουσέτη 1933 –). Ελληνοαμερικανός νομικός και πολιτικός. Σπούδασε νομικά στα πανεπιστήμια Χάρβαρντ και Σουόρθμορ. Παράλληλα με την άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος ασχολήθηκε με την πολιτική. Ως… … Dictionary of Greek
Καζάν, Ηλίας — (Elia Kazan, Κωνσταντινούπολη 1909 –). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του ελληνικής καταγωγής Αμερικανού σκηνοθέτη και ηθοποιού Ηλία Καζαντζόγλου. Ο Κ. μετανάστευσε στις ΗΠΑ το 1913, όπου σπούδασε δραματική τέχνη και έγινε μέλος του Group Theatre, στο… … Dictionary of Greek